Τρίτη 12 Νοεμβρίου 2019

Ἡ ἕνωση μέ τούς Φράγγους ἔγινε τό 1965. Κατά τούς Κανόνες καί τούς Ὅρους τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων ἐκπίπτουν τῆς Πίστεως, τῆς ἐπισκοπῆς καί τοῦ κλήρου οἱ Λατινόφρονες. Ἡ αἵρεση χωρίζει κάθε ἄνθρωπο ἀπό τήν Ἐκκλησία κατά τήν Αγία Ζ΄ Ο'ικουμενική Σύνοδο.. Ἡ καινοφανής αἵρεση, ὅτι ὅποιος ἐκπίπτει τῆς πίστεως δέν ἐκπίπτει, τάχα, καί τῆς ἱερωσύνης. Ἡ φαινομένη "ἐκκλησία" τῶν Νεοημερολογιτῶν.


Ὅταν ὁ Ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης γράφει στό Ἱερόν Πηδάλιον “ὅτι τά περισσότερα ἐπιτίμια, τά ὑπό τῶν Κανόνων διοριζόμενα, τρίτου προσώπου ὄντα, προστακτικοῦ μή παρόντος, ἐξ ἀνάγκης χρειάζονται καί β΄ πρόσωπον παρόν (ὅπερ ἐστίν ἡ σύνοδος), διά νά ἐνεργηθοῦν καί ὅρα καί τήν ὑποσημείωσιν τοῦ γ΄ ἀποστολικοῦ” (σελ. λθ΄, “Ὅτι παρά πάντων πρέπει νά φυλάττωνται οἱ θεῖοι Κανόνες ἀπαρασάλευτοι”. Πηδάλιον, Θεσσαλονίκη 1982), καί στήν ὑποσ. 2 τοῦ γ΄ Ἀποστολικοῦ Κανόνος “τά ἐπιτίμια ὁποῦ διορίζουν οἱ Κανόνες, ἤγουν τό καθαιρείσθω, τό ἀφοριζέσθω, καί τό ἀνάθεμα ἔστω, αὐτά, κατά τήν γραμματικήν τέχνην, εἶναι γ΄ προσώπου προστακτικοῦ, μή παρόντος. Εἰς τό ὁποῖον, διά νά μεταδοθῇ ἡ προσταγή αὕτη, ἐξ ἀνάγκης χρειάζεται νά ᾖναι β΄ πρόσωπον παρόν. Τό ἐξηγῶ καλλιώτερα. Οἱ Κανόνες προστάζουσι τήν σύνοδον τῶν ζώντων Ἐπισκόπων, νά καθαίρουν τούς ἱερεῖς ἤ νά ἀφορίζουν, ἤ νά ἀναθεματίζουν τούς λαϊκούς, ὁποῦ παραβαίνουν τού Κανόνας. Ὅμως, ἄν ἡ σύνοδος δέν ἐνεργήσῃ ἐμπράκτως τήν καθαίρεσιν τῶν ἱερέων, ἤ τόν ἀφορισμόν, ἤ ἀναθεματισμόν τῶν λαϊκῶν, οἱ ἱερεῖς αὐτοί, καί οἱ λαϊκοί, οὔτε καθηρημένοι εἶναι ἐνεργείᾳ, οὔτε ἀφωρισμένοι ἤ ἀναθεματισμένοι. Ὑποδικοι, ὅμως, ἐδώ μέν εἰς τήν καθαίρεσιν καί ἀφορισμόν ἤ ἀναθεματισμόν, ἐκεῖ δέ εἰς τήν θείαν δίκην”, ἀναφέρεται σέ κανονικές παραβάσεις, οἱ ὁποῖες ρυθμίζονται ἀπό τούς Ἱερούς Κανόνες. Πρόκειται δηλαδή περί Κανονικῶν παραβάσεων. Ὁ Μέγας ἑρμηνευτής δέν περιλαμβάνει τούς Ὅρους τῆς Πίστεως, οἱ ὁποῖοι ἐκφωνοῦνται ὑπό τῶν Οἰκουμενικῶν καί Πανορθοδόξων Συνόδων στήν ἀναφορά του. Ἀλλά καί στό ἴδιο τό κείμενο τοῦ παμμεγίστου Ἁγίου ἀναφέρεται, ὅτι τά περισσότερα ἐπιτίμια, ὄχι ὅλα, χρειάζονται β΄ πρόσωπον παρόν!
Οἱ Ὅροι τῆς Πίστεως ἐκφωνοῦνται καί εἶναι αὐτοενέργητοι, ἰσχύοντες ἀπό τήν στιγμήν, πού διετυπώθησαν καί ἐξεφωνήθησαν γιά ὅλους καί γιά τούς ἤδη κατακριθέντες, ἀλλά καί γιά ὅσους τυχόν τούς παραβοῦν στό μέλλον.
Ἔτσι ὁ Κανών α΄ τῆς Γ΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου ὅρίζει, ὄχι μόνον γιά ἐκείνους πού κατεκρίθησαν ὑπό τῆς Συνόδου, πώς εἶναι ἐκβεβλημένος καί ἀνενέργητος, ἀλλά καί γιά ὅλους ἐκείνους πού μετά τήν ἀπόφασιν τῆς Συνόδου ἤθελαν προστεθῆ (στό μέλλον) στό συνέδριο τῆς ἀποστασίας: “μετά τοῦτο, τῷ τῆς ἀποστασίας συνεδρίῳ προστεθείη” ἤ τυχόν “φρονήσει” (στό μέλλον).
Τά αὐτά ἰσχύουν πάλιν καί γιά τήν μελλοντικήν ἀποστασίαν τῶν Ἐπισκόπων, οἱ ὁποῖοι εἴτε δέν παρευρέθησαν στήν Σύνοδο καί στήν συνέχεια προστέθηκαν στήν ἀποστασία ἤ θέλουν ἑνωθεῖ μετά ταῦτα ἤ καί ἀφοῦ ὑπέγραψαν καί ἐβεβαίωσαν τήν καθαίρεση τοῦ Νεστορίου, (πάλιν γύρισαν), ἤθελε προστεθοῦν (στό μέλλον): προστεθεῖναι πειραθεῖεν εἰς τό ἀποστατικόν αὐτοῦ ἅθροισμα, οὗτοι, λέγω, ἐφάνη εὔλογον εἰς τήν Ἁγίαν Σύνοδον, νά ᾖναι ξένοι τῆς ἱερωσύνης καί ἀπόβλητοι τοῦ βαθμοῦ τῆς ἐπισκοπῆς.

Τό ἴδιο ἀκριβῶς συμβαίνει καί μέ ἐκείνους οἱ ὁποῖοι ἑνώνονται μέ τούς προαιωνίους αἱρετικούς τούς Λατίνους, (Ἅγιος Νικόδημος), μέ ἐπίσημες θεσμικές, συνοδικές, δημόσιες ἑνωτικές πράξεις, ὅπως ἔγινε μετά τήν ἄρση τῆς ἀκοινωνησίας πρός τούς Παπικούς ἀπό τόν τυμπανιαῖον, μασῶνον παναιρετικόν Ἀθηναγόρα καί τήν ψευδοσύνοδόν του (βλ. Μπούμη, Ἡ ἄρση τῶν ἀναθεμάτων...) τό 1965, ὅπου προσετέθη στό τῆς ἀποστασίας συνέδριον τῶν Παπικῶν ὅλη ἡ σύνοδος τοῦ πατριαρχείου τῆς Πόλης καί ἔκτοτε τό πατριαρχεῖο περιέλαβε στά δίπτυχά του τήν ἀναφοράν τοῦ ὀνόματος τοῦ ἀντιχρίστου Πάπα. Τό πρωτότυπο τῆς συμφωνίας ἀναφέρει, ὅτι ἤρθη ἡ ἀκοινωνησία, δηλ. τό σχίσμα. Τό ἑλληνικό κείμενο τῆς μετάφρασης δέν ἀναφέρει τίποτε γιά την “excommunication” τοῦ γαλλικοῦ πρωτοτύπου. Οἱ Λατινοφρονες τοῦ Φαναρίου φρόντισαν νά μεταφραστεῖ λανθασμένα μέ τήν λέξη “ἀναθέματα”. (Βλ. Professor der Universität Bonn, Kuppers, Vortrag an der Universität Thessaloniki, von 1971, σέ μετάφραση: Σήμερα μπορεῖ νά θεωρηθεῖ πραγματική ἡ ἕνωση Ἀνατολικῆς καί Δυτικῆς Καθολικῆς Ὀρθοδοξίας εἰς πεῖσμα παντός σκεπτικισμοῦ”, βλ καί “Ὀρθόδοξος Τύπος” (137) 01.04.1971. Βλ. καί “Ὀ.Τ.” (432), 21.11.80 Ἀμβροσίου Ἐλευθερουπόλεως {... τό μέν λατινικόν κείμενον -(σ.σ. τό γαλλικόν ἐννοεῖ)- ὁμιλεῖ περί “ἄρσεως ἀκοινωνησίας”, τό δέ ἑλληνικόν περί “ἄρσεως ἀναθεμάτων”}. Ὁ πατήρ Γεώργιος ὁ Μεταλληνός σημειώνει, ἐπίσης, γιά τήν ἕνωση μέ τούς Παπικούς:
«Ἐφαρμόζουμε μία ἐκκλησιαστικὴ πολιτική, λέμε. Ὑπάρχουν ὅρια στὴν ἐκκλησιαστικὴ πολιτική. Ὁ Ἀθηναγόρας ὁ μακαρίτης πρῶτος τὰ ξεπέρασε αὐτὰ τὰ ὅρια. Ἂν εἴμαστε σήμερα σ’ αὐτὸν τὸν κατήφορο, ὀφείλεται στὸν Ἀθηναγόρα. Ἔλεγε, τοὺς κοινωνῶ ὅλους, δὲν ὑπάρχει τίποτα· ἄρα ἀπὸ τὸ 1965 ὑπάρχει -στὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο- κοινωνία, ἡ intrercommunio (διακοινωνία) μὲ τοὺς αἱρετικούς, Παπικοὺς καί Προτεστάντες. Λέει ὁ Σακαρέλλος: ἔγινε ἡ Ἕνωση. Καὶ πράγματι ἔγινε ἡ Ἕνωση. (Βλ. “Κολλυβάδες”, Ἄνοιξη-Καλοκαίρι 2019, σελ. 25. Βλ. καί σὲ π. Γεωργίου Μεταλληνοῦ, "Διάλογοι χωρὶς προσωπεῖον", "Ό.Τ.", 12.07.02, τὴν προσλαλιὰ πρὸς κληρικοὺς τῆς Ἀμερικῆς καὶ τῆς Γερμανίας τοῦ καὶ σωματικὰ πλέον νεκροῦ, τυμπανιαίου μασόνου, πρώην "πατριάρχου" Ἀθηναγόρα: "Πιστεύω, ὅτι θὰ ἔλθει (τὸ κοινὸν ποτήριον). Διότι δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ μὴ ἔλθει, διότι ἤδη ἔρχεται. Διότι ἤδη εἰς τὴν Ἀμερικὴν μεταλαμβάνετε πολλοὺς ἀπὸ τὸ Ἅγιον Ποτήριον καὶ καλὰ κάνετε. Καὶ ἐγὼ ἐδῶ, ὅταν ἔρχονται Καθολικοὶ καὶ Προτεστάνται καὶ ζητοῦν νὰ μεταλάβουν τοὺς προσφέρω τὸ Ἅγιον Ποτήριον! Καὶ εἰς τὴν Ρώμην τὸ ἴδιο γίνεται καὶ εἰς τὴν Ἀγγλίαν καὶ εἰς τὴν Γαλλίαν." Βλ. ἐπίσης π. Γεωργίου Μεταλληνοῦ, "Διάλογοι χωρὶς προσωπεῖον", "ΌΤ". 12.07.02. Βλ. καὶ "Ό.Τ." 07.02.03, τὸ κείμενο τοῦ π. Γεωργίου Μεταλληνοῦ, σχόλιο στὴν "Καθολική"). Τά ἴδια σημειώνει ὁ γνωστός συγγραφέας σεβ. Ἱερόθεος Βλάχος καί ὁ πανεπιστημιακός καθηγητής Ἀντ. Παπαδόπουλος, ὅτι τό πρωτότυπο κείμενο πού παραθέτει στά γαλλικά καί στά ἀγγλικά, ὁμιλεῖ περί ἄρσεως τῆς ἀκοινωνησίας καί ὄχι περί ἄρσεως τῶν ἀναθεμάτων, ὅπως θά δοῦμε στήν συνέχεια, ἀναφερόμενοι στήν ψευδοσύνοδο τοῦ Κολυμπαρίου.


Β΄
 
Τό ἑλληνικό κείμενο γράφει: "4) Ὅθεν ὁ πάπας Παῦλος ὁ Στ΄ καί ὁ πατριάρχης Ἀθηναγόρας ὁ Α΄μετά τῆς περί αὐτόν Συνόδου ... β) ἀποδοκιμάζουσιν ὡσαύτως καί αἴρουσιν ἀπό τῆς μνήμης καί ἐκ μέσου τῆς Ἐκκλησίας τά ἐπακολουθήσαντα ἀναθέματα, ὧν ἡ ἀνάμνησις ἐπενεργεῖ μέχρι τῆς σήμερον ὡς κώλυμα εἰς τήν ἐν ἀγάπῃ προσέγγισιν, παραδίδουσι δέ ταῦτα τῇ λήθῃ". 

Τό γαλλικό πρωτότυπο κείμενο γράφει: 
"4. C' est pourquoi le pape Paul VI et le patriarche Athenagoras Ier en son synode ... b) regretter egalement et elever de la memoire et du milieu de l' Eglise les sentences d' excommunication qui les ont suivie, et dont le souvenir opere juspu' a nos jours comme un obstacle au rapprochement dan la charite, et les vouer a l' oubli;".
Τό ἀγγλικό κείμενο γράφει:
"Pope Paul VI and Patriarch Athenagoras I with his synod, in common agreement declare that ... B. They likewise regret and remove both from memory and from the midst of the Church the sentences of excommunication wich followed these evvents, the memory of wich has influensec actions up to our day and has hndered closer relations in charity; ande they commit these excommunication to oblivion".
 Φαίνεται σαφέστατα, ὅτι τό μέν ἑλληνικό κείμενο κάνει λόγο γιά ἄρση ἀναθεμάτων, τά δέ ἄλλα κείμενα, τό γαλλικό καί τό ἀγγλικό, κάνουν λόγο γιά ἄρση ἀκοινωνησίας. 
Καί ὁ καθηγητής Ἀντώνιος Παπαδόπουλος παρατηρεῖ: "Τό κείμενο τῆς ἄρσεως τῶν ἀναθεμάτων ἔχει τόν ὅρο excommunication (τῆς ἀκοινωνησίας τοῦ Λατινικοῦ κειμένου) εἰς τήν πρώτη σελίδα, ὡς τό τέλος τοῦ σχίσματος τοῦ 1054 καί ὡς ἐπανάληψη τῆς μυστηριακῆς κοινωνίας πού εἶχε διακοπεῖ. Φαίνεται πλέον σαφῶς, ὅτι τό Ἑλληνικό κείμενο πού ἀναγγέλλει τήν "ἄρση τῶν ἀναθεμάτων" ἦτο τεχνηέντως παραπλανητικόν. Φαίνεται, ὅτι εἶχε σκοπόν νά ἀμβλύνη ἐνδεχομένας ἀρνητικάς ἀντιδράσεις τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας".
Τό θέμα εἶναι κατ' ἐξοχήν σημαντικό καί οὐσιῶδες, γιατί ἄλλο εἶναι τά ἀναθέματα τοῦ 1054 καί ἄλλο εἶναι ἡ ἀκοινωνησία τοῦ 1009. 
Ἡ λέξη ἀνάθεμα εἶναι ἁγιογραφική (Ρωμ. θ΄ 3, Κορ. ιβ΄, 3, Α΄ Κορ. ιστ΄, 22, Γαλ. α΄, 8-9), καί συνδέεται μέ τήν κατάρα. Ἀνάθεμα εἶναι "νά χωρισθῆ κάποιος ἀπό τόν Θεόν καί ἀπό τήν Ἐκκλησίαν τῶν Χριστιανῶν, καί ἀφιερωθῇ εἰς τόν διάβολον" (Ἁγίου Νικοδήμου τοῦ Ἀγιορείτου, Πηδάλιον, 1982, σελ. 396, ὑποσ. 4).                         Ἡ λέξη ἀκοινωνησία στό συγκεκριμένο κείμενο σημαίνει τόν μεγάλο ἀφορισμό, τήν τέλεια ἀποκοπή  ἀπό τήν Ἐκκλησία. Σέ ὅποιον ἐπιβληθεῖ ἡ ἀκοινωνησία δέν μπορεῖ νά συμμετάσχει στά Μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας καί κατ΄ ἐξοχήν στήν Θεία Εὐχαριστία. 
Ἡ ἐπιβολή τῆς ἀκοινωνησίας εἶχε ἐπιβληθεί πολύ πρίν ἀπό τά ἀναθέματα πού ἐπεβλήθηκαν κατά συγκεκριμένων προσώπων ἀπό τόν Μιχαήλ Κηρουλάριο τό 1054, πού ἀναθεμάτισε τούς συντάκτες τοῦ ἐγγράφου τοῦ ἀναθεματισμοῦ, (Οὑμβέρτο, Φρειδερῖκο καί Πέτρο καί ὅσους συνήργησαν σέ αὐτό), καί δέν εἶχαν γενική ἐφαρμογή.
Ἡ ἀκοινωνησία εἶχε συνοδικά ἐπιβληθεῖ τό 1009, ὅταν ὁ πάπας Σέργιος Γ΄ χρησιμοποίησε τό filioque στήν ὁμολογία τῆς πίστεως. Τό δέ 1014 ὁ Πάπας Βενέδικτος  ΙΗ΄ εἰσήγαγε ἐπισήμως τό filioque στό Σύμβολο τῆς Πίστεως καί ὁριστικοποιήθηκε καί πάλι συνοδικά ἡ ἐπιβολή τῆς ἀκοινωνησίας. (Βλ. τεῦχος τῶν "Ἁγίων Κολλυβάδων" Καλοκαίρι 2018, σελ. 52, σύγκρινε καί Στεφανίδου Βασιλείου, Ἐκκλησιαστική Ἱστορία, ἔκδ. α΄, σελ. 344): "ὁ Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Σέργιος, μετά τήν ἀπόφασιν τῆς Συνόδου τῆς Πόλης καί πάλιν, διέγραψε ὁριστικῶς τό ὄνομα τοῦ Ρώμης Σεργίου ἐκ τῶν διπτύχων τῆς Ἀνατολικῆς Ἐκκλησίας καί ἔκτοτε μέχρι τοῦ μασόνου καί τυμπανιαίου Ἀθηναγόρου οὐδέν παπικόν ὄνομα εἶχεν τεθεῖ στά δίπτυχα". 
Ἑπομένως, σύμφωνα μέ τά μέχρι στιγμῆς ἐκτεθέντα, τό 1965 ἔγινε ἄρση τῆς ἀκοινωνησίας καί θεμελίωση τῆς διακοινωνίας, ἡ ὁποία ἐπιβλήθηκε μέ τρόπον πονηρόν, ("τεχνηέντως", κατά τόν καθηγητήν Ἀντ. Παπαδόπουλον), καί ἔκτοτε μέ τίς συνεχόμενες συμπροσευχές μετά τῶν Φράγγων στήν Ἀνατολή καί στήν Δύση καί σέ κάθε εὐκαιρία, μέ τά οὐνιτικά συλλείτουργα, στό Φανάρι καί στήν Ρώμη, τήν φανερή πολλές φορές καί τήν κρυφή  διακοινωνία κατά τήν Θεία Εὐχαριστία, ἐπιβάλλεται σιγά-σιγά στόν λαό πού μένει ἀκατήχητος καί διατηρεῖται ἐν ὑπνώσει ἡ προδοτική ἀπόφαση τῆς πλήρους διακοινωνίας μετά τῶν Κατολύκων τοῦ 1965 στήν καθ΄ ἡμᾶς Ἀνατολή ἀπό τούς Λατινόφρονες τοῦ Φαναρίου, συνεργούντων καί τῶν κοινωνικῶν πρός αὐτούς Νεοημερολογιτῶν τῆς φαινομένης "ἐκκλησίας" τῆς Ἑλλάδος. 
    Κατά συνέπειαν, σύμφωνα μέ τό Κανονικό Δίκαιο κατά τόν α΄ Κανόνα τῆς Γ΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου, πού ὁρίζει διαχρονικά καί τελεσίδικα ὄχι μόνον γιά ἐκείνους πού κατεκρίθησαν ὑπό τῆς Γ΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου, πώς εἶναι ἐκβεβλημένοι καί ἀνενέργητοι, ἀλλά καί γιά ὅλους ἐκείνους, πού μετά ἀπό ἀπόφασιν Οἰκουμενικῆς Συνόδου ἤθελαν προστεθεῖ (μελλοντικά) σέ κάθε ἀντίστοιχο συνέδριο ἀποστασίας, ὅπως ἔγινε ἐν προκειμένῳ καί προστέθηκαν οἱ Φαναριῶτες καί οἱ κοινωνικοί πρός αὐτούς Νεοημερολογίτες καί οὐνίτες παλαιοημερολογίτες στό ἀποστατικό συνέδριο τῆς συναγωγῆς τοῦ Σατανᾶ, τῶν Παπικῶν καί κατά τό τῆς Ζ΄ Οἰκ. Συνόδου τοῦ Ἁγίου Ταρασίου, πού ἰσχύει γιά κάθε Σύνοδον: ὅποιοι ἐνωθοῦν μετά τῶν πλειστάκις ὑπό Συνόδων καταδικασθέντων αἱρετικῶν Λατίνων, δηλ. “μετά τοῦτο, τῷ τῆς ἀποστασίας συνεδρίῳ προστεθείη” ἤ τυχόν “φρονήσει” (μελλοντικά!) οἱ Φαναριῶτες καί οἱ κοινωνικοί πρός αὐτούς εἶναι ξένοι τῆς ἱερωσύνης καί ἀπόβλητοι τοῦ βαθμοῦ τῆς ἐπισκοπῆς οἱ ἐπίσκοποι, καί τοῦ κλήρου οἱ κληρικοί, καθότι παρέβησαν τίς ἀποφάσεις περί ἀκοινωνησίας καί κοινώνησαν πλήρως μέ τούς Λατίνους. Ἡ ἀκοινωνησία εἶχε συνοδικά ἐπιβληθεῖ τό 1009, τό 1014 καί ὁριστικά μέ τό ἀναθεμα τοῦ 1054. Ἡ ἀπόφαση τοῦ 1054 ἀκολούθησε τήν ὑπό τοῦ Μεγάλου Φωτίου τό 879 μεγάλην συγκροτηθεῖσαν ἐν Κωνσταντινουπόλει Σύνοδον, ἡ ὁποία θεωρεῖται ὡς Ὀγδόη Οἰκουμενική ὑπό τῶν Πατέρων καί τῶν μεγάλων συγχρόνων θεολόγων.

Κήρυγμα ἀναλυτικό γιά τήν ἁγία Ζ΄ Οἰκουμενική Σύνοδο καί πῶς ἔγιναν δεκτοί κάποιοι ἀπό τούς Εἰκονομάχους

https://www.facebook.com/100000377264472/videos/2075746195781269/